Ο σκύλος ή το κρυφτούλι
Ο σκύλος ή το κρυφτούλι
Η ομάδα των παιδιών κλήρωνε ή όριζε τη μάνα, γύρω από τη οποία κάθονταν σε ημικύκλιο οι υπόλοιποι παίκτες. Η μάνα πρόσφερε την αριστερή της παλάμη στους παίκτες και κάθε παίκτης στήριζε τον δείκτη του δεξιού του χεριού στην παλάμη της.
Η μάνα χάιδευε το αριστερό της χέρι με το δεξί λέγοντας:
Τσίμπα τ΄σίμπα το λεπτό
το λεπτο το τριγανό
Σούρν΄η βάβα το κοντάρι
και βαρεί το παλικάρι.
Ποιο να πιάσω , ποιο ν΄αφήκω
Το καλύτερο πουλάκι
Που το λεν... Παναγιωτάκη
ή Βασιλάκη ή Νικολάκη ανάλογα με το όνομα του παίκτη που επέλεγε. Μόλις φώναζε το όνομά του έπιανε το δάχτυλό του και μετά έσφιγγε με τις παλάμες τα μάτια το, ώστε οι υπόλοιποι παίκτες να φύγουν ήσυχα και να κρυφτούν χωρίς να τους βλέπει ο παίκτης. Στη συνέχεια η μάνα φώναζε για να δώσει το σύνθημα στους κρυμμένους παίκτες:
Απόλυκα τον σκύλο μου
να βρει λαγό να φέρει
Κι αν τον ευρεί και δεν τον βρει
καβάλα να τον φέρει.
Συγχρόνως άφηνε τον ανιχνευτή ώστε να ανακαλύλψει τις κρυψώνες των υπόλοιπων παικτών. Μόλις έβρισκε έναν τον καβαλίκευε και τον οδηγούσε θριαμβευτικά στη μάνα και στη συνέχεια συνέχιζε να ψάχνει τους υπόλοιπους. Κάθε φορά που έβρισκε έναν παίκτη, έκανε το ίδιο. Όταν η μάνα έκρινε ότι έφθανε ο καιρός φώναζε: "ΕΒγάτ΄ όπου κι αν είστε". Τότε έβγαιναν από τις κρυψώνες τους τα παιδιά που δεν βρήκε ο σκύλος/ανιχνευτής φωνάζοντας: "Φτου και δε με βρήκες". Ο σκύλος ήταν υποχρεωμένος να μεταφέρει αυτούς τους παίκτες στην πλάτη του μέχρι το σημείο που ήταν η μάνα. Στη συνέχεια έκλεινε τα μάτια του πρώτου παιδιού που είχε βρει ο σκύλος/ανιχνευτής προκειμένου οι υπόλοιποι να κρυφτούν. Αν ο σκύλος δεν έβρισκε κανέναν ξεκινούσε νέος γύρος χωρίς αλλαγή στους ρόλους.
Πηγή: Τ. Κανδηλώρος, Αρκαδική επετηρίς, Αιήνα 1906 (διασκευή)